Ohhh God-damn-is.........
Είναι κάποιες μέρες που ξεκινάνε όπως όλες οι άλλες και εσύ δεν έχεις την παραμικρή υποψία του τι σε περιμένει και πως θα (σε) καταλήξουν...
Πρώτη μέρα στο συγκεκριμένο σχολείο, γνωριμία με τους συναδέλφους και τη διευθύντρια η οποία ακόμη και από το τηλέφωνο ακουγόταν πολύ χαρούμενη στο άκουσμα της άφιξης μου. Δεν άργησα να καταλάβω γιατί. Η δασκάλα του ολοημέρου έλειπε σε άδεια και ποιος θα την αντικαταστήσει άραγε;; Ούτε που κατάλαβα για πότε βρέθηκα μόνος μου να ζεσταίνω τα φαγητά των πιτσιρικάδων ενώ παράλληλα προσπαθούσα να εξηγήσω στο μικρό Φάμπιαν ότι Λ και ι δεν κάνουν "Τι". Σε κάποια φάση νιώθω μια ψύχρα και αμέσως συνειδητοποιώ πως έχω αφήσει το παλτό μου στο γραφείο των δασκάλων. Μικρό το κακό σκέφτομαι, εξάλλου μου έχουν δώσει ένα κάρο κλειδιά και κλειδάκια, όλο και κάποιο θα ανοίγει την πόρτα του γραφείου. Θα θελα... Δεν πειράζει λέω, υπομονή κάτσε λίγο στον ήλιο να ζεσταθείς, σε μια ωρίτσα θα σχολάσεις, αμαξάκι και σπίτι.
Και σχολάσαμε... Αποχαιρετώ τα παιδάκια, τα ξεπροβαδίζω, κλειδώνω και όλες τις πόρτες και κατευθύνομαι γρήγορα για το αυτοκίνητο γιατί ο ήλιος είχε αρχίσει να δύει πλέον και το κρύο... ήταν πλεόν διαπεραστικό (για να μη χρησιμοποιήσω μια άλλη έκφραση).
Και εκεί παθαίνω το σοκ... Βγάζω, βγάζω κλειδιά από τις τσέπες μου αλλά αυτό του αυτοκινήτου πουθενά... Το άφησα στο παλτό... Τέλεια... Σκέφτομαι να πάρω τηλέφωνο τη διευθύντρια. Ίσως κάποιος στο χωριό να έχει κλειδιά για το γραφείο. Τζίφος. Έχω μόνο το τηλέφωνο του σχολείου. Ρωτάω ένα παππούλη (είχε κάνει φαντάρος το '49 στη Θεσσαλονίκη στο Σέδες άρα βύσμα!), μου λέει ξέρει που μένουν οι γονείς της. Πάμε εκεί, κανείς... Να είμαι με μια ψιλή μπλούζα και να τον έχω δαγκώσει για τα καλά...
Ως εκ θαύματος σκάει μύτη από το πουθενά ένας ταξιτζής. Θα κατέβω σπίτι να πάρω το δεύτερο κλειδί του αυτοκινήτου και θα ξανανέβω να το πάρω. Ευτυχώς συμφωνεί... Του σκάω 17 ευρώπουλα και λέω και ευχαριστώ.
Και εκεί που νόμιζα ότι τα βάσανα μου είχαν τελειώσει και έλεγα άντε να πάω σπίτι να κάνω κάτι να φάω που ήμουν και νηστικός...τσουπ! ποιος με θυμήθηκε;; Μα ποιος άλλος από την αγαπημένη μας ΕΛ.ΑΣ. Παραβλέποντας το γεγονός ότι απ' όλα τα αυτοκίνητα που περνούσαν, σταμάτησαν μόνο το δικό μου που είχε διαφορετικές πινακίδες, εγώ καθ' όλα νόμιμος, με τη ζωνούλα μου είπα, κάνε ένα κουράγιο θα περάσει και αυτό. Τους δίνω τα χαρτιά μου και περιμένω...περιμένω...περιμένω... Ο κ. Αστυνομικός έμεινε να κοιτάει το δίπλωμα μου επί κανένα 5λεπτο... Με ερωτεύτηκε; Με είδε με μαλλιά και τρόμαξε; Τελικά συνήλθε, μου τα δίνει, κάνω να φύγω και τότε θυμάται να μου ζητήσει και την ασφάλεια... Οκ..οκ... Ψάχνω στο ντουλαπάκι, βρίσκω δύο ασφάλειες και οι δύο παλιές... Δεύτερο σοκ... Αποκλείεται σκέφτομαι... Θυμάμαι καλά που την πλήρωσα πριν φύγω... Είχε πονέσει... Λες να την άφησα στη Θεσσ; -Λυπάμαι αλλά πρέπει να βεβαιώσω την παράβαση... Ποια παράβαση βρε ανθρωπέ μου; Τον Πάσσαρη έπιασες; Τελικά μετά από πολλή ώριμη σκέψη και πλημμυρισμένος απο μεγαλοψυχία για ένα τόσο ασήμαντο μυρμηγκάκι όπως εγώ αποφασίζει να μου τη χαρίσει... Δεν χάνω την ευκαιρία, μπαίνω στο αμάξι και φεύγω πριν ανακαλύψει κανένα σπασμένο φανάρι.
Κανέναν καλό παπά για ευχέλαια ξέρετε;;;
3 Comments:
Οι κακές μέρες είναι για να φευγουνε και να έρχονται άλλες καλύτερες...
10:53 π.μ.
Αν δε συνέβαιναν κι αυτά τα απρόοπτα, τότε τί ιστορίες θα έχεις να λες στα εγγονάκια σου, όταν θα είσαι παππούς?.. (In any case, το τηλέφωνο του παππά είναι 697...!)
5:37 μ.μ.
Μμμμμ ξεκίνησε όπως οι άλλες...?
6:45 μ.μ.
Δημοσίευση σχολίου
<< Home